Την εβδομάδα των Θεοφανίων πήγα στο Άγιο Όρος. Είχαν Χριστούγεννα εκεί. Δεν είχα ξαναπάει. Ένας φίλος φρόντισε και τακτοποίησε, τα της διαμονής. Μείναμε 3 βραδιές.
Το φυσικό κάλος ήταν απερίγραπτο. Η πολιτισμική κληρονομιά ήταν μοναδική. Θησαυρός, κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Πήγα εκεί, συγκρατημένος, επιφυλακτικός, έτοιμος να κρίνω τα πάντα με την λογική, να καταλάβω τι γίνεται εκεί.
Το καραβάκι που μας μετέφερε ήταν γεμάτο νέους ανθρώπους, νέοι 24-25 μέχρι 30 το πολύ, οι περισσότεροι. Στο διάστημα που έμεινα εκεί, ήρθαν κι άλλοι, πεζοί από άλλη μονή ή με το καραβάκι, οι περισσότεροι νέοι. Εκεί που μείναμε, γνωρίσαμε κι άλλους, ανθρώπους που έρχονταν από την Θεσσαλονίκη και έμεναν στο μοναστήρι για το διάστημα της αργίας. Επαγγελματίες, επιχειρηματίες, που έρχονταν να κάνουν ένα διάλειμμα από την καθημερινότητα και επέστρεφαν για να πάνε στη δουλειά τους. Προτιμούσαν να κοιμηθούν σε ένα δωμάτιο για μια-δυο βραδιές μαζί με άλλους 4 μέχρι 8. Αναρωτήθηκα γιατί το έκαναν αυτό. Στην επιστροφή προθυμοποιήθηκε ένας απ’ αυτούς να μας πάρει με το αυτοκίνητό του από την Ουρανούπολη και να μας γυρίσει στην Θεσσαλονίκη. Τον ρώτησα, κάθε πότε επισκέπτεται το Όρος και μου απάντησε όποτε μπορεί και άμα δεν μπορεί όταν το έχει ανάγκη.
Οι μοναχοί, όλων των ηλικιών, στην πλειονότητα 35άρηδες, το 80% από αυτούς όλοι κάτοχοι πανεπιστημιακού τίτλου, απέκτησαν το πτυχίο και μετά επέλεξαν να μονάσουν. Όλοι ήταν απασχολημένοι, εκτός της συμμετοχής τους στην λειτουργία, είχαν και τις δουλειές τους ο καθένας. Δεν έπιαναν κουβέντα μαζί μας, αλλά όταν τους απευθύναμε τον λόγο ήταν ευγενικοί και χαμογελαστοί. Δεν ήταν «κάπως», ήταν «φυσιολογικοί», τους άκουσα να μιλάνε 2-3 μεταξύ τους για κάποια σύνδεση με USB. Ρώτησα για τον ηγούμενο τους. Όλοι καμάρωναν για τον Γεώργιο. Είχε προβλήματα υγείας, καρδιά και πρόβλημα στα γόνατα με λάμες. Ήταν ο πατέρας όλων. Έτσι τον αντιμετώπιζαν όλοι. Σπουδαίος άνθρωπος, αγόρασα δυο βιβλία του. Ήταν από διαλέξεις που είχε δώσει κατά καιρούς.

Στην πύλη της μονής ήταν ένας μοναχός, ήταν στην υποδοχή, πιάσαμε την κουβέντα. Μειλίχιος, ευγενικός, γαλήνιος, με το χαμόγελο. Τον ρώτησα:
—Τι κάνετε εσείς εδώ; Ποιος είναι ο σκοπός σας;
Χαμογέλασε και απάντησε:
—Ευχόμαστε, ευχόμαστε για όλους.
Είχα ακούσει, ότι κάθονται σε καρέκλες με 3 πόδια, έτσι ώστε, αν τους πάρει ο ύπνος, από την κούραση, να πέφτουν από την καρέκλα, να ξυπνούν και να συνεχίζουν τις ευχές τους. Πήγαινα στις ολονύκτιες λειτουργίες, νύσταζα, με έπαιρνε ο ύπνος, με ξύπναγαν, έφευγα, πήγαινα στο δωμάτιο, την έπεφτα, ξύπναγα και ξαναπήγαινα στην λειτουργία. Ήταν ένας καλόγερος, μεγάλος σε ηλικία, πολύ μεγάλος. Καθόταν πίσω από μια κολόνα, του έδωσαν ένα κερί αναμμένο. Τον έβλεπα, δεν άντεχε, το χέρι του κουράζονταν να βαστάει το κερί, το κεφάλι του έκλινε, το σώμα του έσκυβε κι εκεί που έλεγες τώρα θα πέσει, όρθωνε το σώμα του και σήκωνε το χέρι του με το κεράκι, πιο πάνω από το κεφάλι του. Είπα σε έναν νεαρό μοναχό, «θα πέσει ο γέροντας». Μου απάντησε: «Μην ανησυχείτε, αυτή είναι η δουλειά του. Εύχεται».
Τα δυο βιβλιαράκια που πήρα από το Όρος, είναι για την θέωση του ανθρώπου, ως ύψιστο προορισμό του, σ’ αυτή τη ζωή. Ο λόγος ήταν δομημένος και θεμελιωμένος. Ούτε μεταφυσική, ούτε υπερφυσική.
Αυτά είδα και έμαθα στο Όρος.
http://kalyterotera.blogspot.com/2010/01/blog-post_5645.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου