ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ & ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΒΟΥΛΗΣΗΣ

tarahtiko

Κυριακή 12 Ιουνίου 2011

Η ψυχολογία της γυναίκας μετά τη γέννα

Η περίοδος που διανύει μια γυναίκα μετά τη γέννα – η λοχεία – είναι τόσο σημαντική όσο και κρίσιμη για τη θεμελίωση της σωματικής αλλά και ψυχικής υγείας του βρέφους. Στη λοχεία το βρέφος προστατεύεται από τη μάνα με τρόπους πρακτικούς όπως ο θηλασμός, για παράδειγμα, που δημιουργεί στο νέο οργανισμό αντισώματα και ‘προστάτες’ της υγείας του.
Το μωρό κρατιέται στη σωστή θερμοκρασία, φοράει τον κατάλληλο ρουχισμό, καθαρίζεται, και γενικότερα λαμβάνει κυρίως τη φροντίδα της μητέρας με ένα τρόπο αποκλειστικό μιας και το ίδιο είναι απόλυτα εξαρτημένο για την επιβίωσή του. Επίσης, καλώς εχόντων των πραγμάτων, με την ίδια αποκλειστικότητα και αφοσίωση που δέχεται το βρέφος σωματική φροντίδα δέχεται και ψυχική. Χρειάζεται να αισθάνεται επιθυμητό, αγαπητό, το κέντρο του ενδιαφέροντος της μητέρας του και βέβαια ότι βρίσκεται σε ένα περιβάλλον ασφαλές από όλες τις απόψεις.
Προϋπόθεση για την ομαλή διεξαγωγή αυτής της τόσο κρίσιμης περιόδου είναι όχι μόνο το περιβάλλον, πρακτικό και συναισθηματικό, της μητέρας αλλά και η συναισθηματική ετοιμότητά της να φέρει στον κόσμο ένα παιδί. Η λοχεία είναι μια κατ’ εξοχήν φορτισμένη περίοδος με προσδοκίες αναφορικά με το νεογέννητο, ανησυχία, αγωνία και συχνά σωματική εξάντληση. Φαντάζεται λοιπόν κανείς το πόσο απαραίτητη είναι η πρωτύτερη ετοιμότητα της γυναίκας να γίνει μητέρα. Στο μεγαλύτερο ποσοστό επιλόχειας κατάθλιψης – μια σοβαρή ψυχική νόσος – η γυναίκα φαίνεται να μην είναι έτοιμη συναισθηματικά και πρακτικά να τεκνοποιήσει. Σε κάποιες περιπτώσεις δε, φαίνεται να έχει προβεί σε μια εγκυμοσύνη για τους λάθος λόγους ή ακόμα και τυχαία. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως η κάθε εγκυμοσύνη που προκύπτει απροετοίμαστα θα οδηγήσει σε επιλόχεια κατάθλιψη, αλλά διατρέχει η μητέρα μεγαλύτερο κίνδυνο να αντιδράσει αρνητικά στην κύηση ή και στη γέννηση του παιδιού της κάτω από αντίξοες και απρόσμενες συνθήκες.
Οι κοινωνικο-οικονομικοί παράγοντες αλλά και το συναισθηματικό δίχτυ προστασίας που συχνά απλώνει το οικογενειακό περιβάλλον της μητέρας αποτελούν καθοριστικές συντεταγμένες μαζί με τη μητρική συναισθηματική ετοιμότητα στο χάρτη μιας ψυχικά ισορροπημένης περιόδου λοχείας. Ακόμα και αν η μητέρα αισθανθεί σωματικά και ψυχικά εξαντλημένη ή με οποιονδήποτε τρόπο απειλούμενη από τις τεράστιες και μη αναστρέψιμες αλλαγές στη ζωή της μετά την έλευση του μωρού της και βιώσει ως εκ τούτου μια μελαγχολία, αυτή δεν θα μεταλλαχθεί απαραίτητα σε επιλόχεια κατάθλιψη αν η μητέρα αισθάνεται όσο το δυνατόν πιο προετοιμασμένη γι’αυτήν την περίοδο αλλά και επαρκώς υποστηριγμένη από το περιβάλλον της.
Οι περισσότεροι από εμάς περιμένουμε τη μητέρα να είναι πανευτυχής για τη γέννηση του παιδιού της και να επιδεικνύει ακλόνητο μητρικό ένστικτο που αλάνθαστα θα την οδηγεί στις σωστές κινήσεις και αποφάσεις όσον αφορά το νεογέννητο μωρό της. Η εικόνα που έχουμε είναι αρκετά ρομαντική και συχνά απωθούμε υποσυνείδητα οτιδήποτε δεν ταιριάζει σε αυτήν την ιδανική αντίληψη της μητρότητας. Όμως, οι περισσότερες μητέρες ομολογούν πως το δέσιμο με το παιδί τους δεν είναι τόσο ακαριαίο και άμεσο όσο περιμένουμε και πως συχνά ‘γονατίζουν’ από τη σωματική κούραση και εύχονται κάποιος να τις αποδέσμευε από το ρόλο της μητρότητας έστω και για κάποιες ώρες. Επίσης συχνά μια μητέρα θα εκνευριστεί από ένα ανήσυχο μωρό, ενδέχεται να έχει και αρνητικές σκέψεις για αυτό, όπως και να είναι γενικότερα ευερέθιστη αυτήν την περίοδο. Σαφώς και οι ορμονολογικές αλλαγές παίζουν σημαντικό ρόλο στη διάθεση, αν και δεν είναι αποκλειστικά υπεύθυνες για μια τόσο σοβαρή διαταραχή όπως η επιλόχεια κατάθλιψη παρά μόνο συνεργούν με άλλους παράγοντες και συνεισφέρουν στην ένταση της νόσου.
Το ψυχικό κληροδότημα μιας μητέρας είναι ίσως ο σημαντικότερος και πιο καθοριστικός παράγοντας στην ανάπτυξη ή μη της επιλόχειας κατάθλιψης, τα συμπτώματα της οποίας μπορεί να είναι έντονη θλίψη, άρνηση ενασχόλησης με το παιδί ή επιθετικότητα προς αυτό, διαταραχές διατροφής και απρόσμενες διακυμάνσεις βάρους, διαταραχές ύπνου, απώλεια ευχαρίστησης σε πράγματα που πρωτύτερα θα ευχαριστούσαν τη γυναίκα, ευσυγκηνησία χωρίς προφανείς λόγους, έμμονες και ανεξήγητες ιδεοληψίες που αφορούν στο βρέφος ή σε θέματα που σχετίζονται με αυτό και διαταραχή των διαπροσωπικών σχέσεων της μητέρας. Με την έννοια του ψυχικού κληροδοτήματος αναφέρομαι κυρίως στο συναισθηματικό περιβάλλον της μητέρας κατά την παιδική της ηλικία και τα βιώματά της μέσα στην οικογένεια από την οποία προήλθε. Εάν το περιβάλλον της μητέρας στα παιδικά της χρόνια υπήρξε διαταραγμένο συναισθηματικά και οι σχέσεις μεταξύ των μελών της οικογενείας υπήρξαν και αυτές διαποτισμένες από βίαιη, ανισόρροπη, εκβιαστική, απόμακρη, αποπλανητική και γενικότερα παθολογική συμπεριφορά, οι πιθανότητες να κληροδοτηθεί αυτή η παθολογία στην επόμενη γενιά είναι σημαντικά αυξημένες. Μια μητέρα που έχει βιώσει την δική της μητέρα ως απόμακρη και τιμωρητική, για παράδειγμα, έχει υποσυνείδητα διαμορφώσει το δικό της τρόπο συσχέτισης με τους γύρω της πάνω σε αυτό το μοντέλο. Όσο και αν προσπαθεί να διαφοροποιηθεί σε σχέση με αυτό που βίωσε η ίδια, είναι πιθανό να τεθούν σε λειτουργία υποσυνείδητοι μηχανισμοί άμυνας, χρωματισμένοι από το απόμακρο και τιμωρητικό βίωμά της σε μια περίοδο τόσο έντονη και ευάλωτη συναισθηματικά, όπως η λοχεία.
Μιας και η γέννηση ενός βρέφους συνοδεύεται με τη σχεδόν αποκλειστική εστίαση προσοχής και φροντίδας σε αυτό από τον περίγυρο, ενδέχεται μία γυναίκα ανασφαλής συναισθηματικά να αισθανθεί απειλούμενη από το γεγονός αυτό και να κατακλυστεί με συναισθήματα ζήλειας και ανταγωνισμού που μπορεί να της δημιουργήσουν επιπλέον συναισθήματα ενοχής και απαξίωσης για τον εαυτό της. Το  να μοιραστεί κανείς τέτοια συναισθήματα είναι εξαιρετικά δύσκολο και επώδυνο, πράγμα που συχνά οδηγεί στην απομόνωση της μητέρας, ενισχύοντας τα ήδη υπάρχοντα προβλήματα.
Η συμβολή του πατέρα είναι και αυτή εξαιρετικά σημαντική με διάφορους τρόπους. Το ψυχολογικό κληροδότημα του πατέρα από τη δική του παιδική ηλικία αλλά και από τις συνθήκες της ζωής του παίζει κυρίαρχο ρόλο στον τρόπο με τον οποίο εκείνος θα στηρίξει ή όχι τη σύντροφό του στην κρίσιμη περίοδο της λοχείας. Εάν, για παράδειγμα, εκείνος είναι ανασφαλής και ευάλωτος και έχει βιώματα αποκλεισμού από την αγάπη της δικής του οικογένειας και άλλων προσφιλών του προσώπων, δεν αποκλείεται να ανταγωνιστεί το βρέφος για την προσοχή της μητέρας και με αυτό τον τρόπο να αποξενώσει τη σύντροφό του ή να εντείνει προβλήματα  που εκείνη ήδη αντιμετωπίζει. Αν επίσης δεν έχει συναίσθηση της ψυχολογικής κατάστασης της συντρόφου του, εκείνη είναι πιθανόν να αισθανθεί ακόμα πιο απομονωμένη και αβοήθητη, συναισθήματα που θα συμβάλλουν σε μια αρνητική ψυχολογική κατάσταση. Συχνά, προϋπάρχοντα προβλήματα στο ζευγάρι χειροτερεύουν στη διάρκεια της λοχείας και πρέπει να τονιστεί ότι είναι μύθος πως η γέννηση ενός παιδιού θα εξομαλύνει τις διαταραγμένες σχέσεις ενός ζευγαριού ή θα βοηθήσει όσον αφορά προβλήματα με άλλα παιδιά μέσα στην οικογένεια. Η τεκνοποίηση δεν πρέπει επ’ουδενί να προορίζεται σαν λύση σε οικογενειακά ή προσωπικά προβλήματα των γονιών.
Η ψυχική νόσος που λέγεται επιλόχεια κατάθλιψη ή επιλόχεια ψύχωση δύναται στις χειρότερες περιπτώσεις να οδηγήσει σε αυτοκτονία ή και παιδοκτονία. Συνεπώς αφορά ως ασθένεια ψυχική και ως φαινόμενο που ενίοτε συνοδεύει μια γέννα όχι μόνο τις γυναίκες που ενδιαφέρονται να τεκνοποιήσουν, αλλά και όλους εμάς που τις συναναστρέφονται και σχετίζονται μαζί τους με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο. Η επιλόχεια κατάθλιψη καταρρακώνει τη γυναίκα που τη βιώνει, το βρέφος της, το οποίο «ρουφάει» τον ψυχισμό και τη διάθεση της μητέρας του σαν σφουγγάρι, το άμεσο οικογενειακό αλλά και το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον της. Όσον αφορά τώρα στο Σύστημα Υγείας και στις οικονομικές και κοινωνικές προεκτάσεις της νόσου, μόνο η πρόληψη και έγκαιρη αντιμετώπιση μπορούν να διασφαλίσουν ότι η μητέρα δεν θα γίνει χρονίως παθούσα ψυχικών διαταραχών, το παιδί δεν θα επακολουθήσει στα χνάρια της, και η οικογένεια δεν θα καταρρεύσει κάτω από το βάρος μιας ανεξέλεγκτης συναισθηματικής πρόκλησης.
Ο λατινικός όρος της επιλόχειας κατάθλιψης είναι ‘post partum depression’ που σημαίνει η ‘μετά τον αποχωρισμό κατάθλιψη’, ένας όρος ιδιαίτερα εύστοχος για την περιγραφή της νόσου, εφόσον με τη γέννηση ενός παιδιού επέρχεται ένας μεγάλος αριθμός αποχωρισμών. Ο αποχωρισμός από το βρέφος που κυοφορούταν υπό την προστασία και τον έλεγχο της μητέρας του και το οποίο με τη γέννησή του αναπτύσσει αργά αλλά σταθερά τη διαφοροποίηση και αυτονόμησή του. Ο αποχωρισμός από τον σύντροφο ή κάποιο άλλο παιδί μέσα στην οικογένεια που μέχρι τώρα υπήρξαν το κέντρο της προσοχής της μητέρας, η πρωταρχική πηγή ευχαρίστησής της αλλά και ο βασικός  στόχος εκτόνωσης ενέργειας μέσα στην οικογένεια. Ο αποχωρισμός από μια ζωή η οποία κατακλύζεται από μη αντιστρέψιμες αλλαγές. Ακόμα και η απώλεια μιας βραδιάς καλού ύπνου, όσο πεζή και δευτερεύουσα κι αν ακούγεται, είναι όμως σημαντική και μπορεί ψυχολογικά να διαταράξει τη γυναίκα που αισθάνεται άυπνη, κουρασμένη, και ανήμπορη. Ας μην ξεχνάμε πως και το σώμα της γυναίκας συχνά αλλάζει ριζικά και πως καμιά φορά τα σωματικά τραύματα μιας εγκυμοσύνης μπορεί να είναι ανεξίτηλα – και πάλι λοιπόν έχουμε αποχωρισμό από μια πρότερη, γνώριμη κατάσταση.
Προϋπόθεση για τη διαχείριση του ‘αποχωρισμού’ και της ‘απώλειας’ είναι να μπορεί η μητέρα να ‘πενθήσει’ για ό,τι αφήνει πίσω της και να αισθάνεται έτοιμη και επαρκώς ‘εξοπλισμένη’ για τα νέα δεδομένα της ζωής της. Τα θέματα που μπορεί να καθηλώσουν μια λεχώνα σε ψυχολογικά αδιέξοδα είναι τόσο περίπλοκα και ξεχωριστά από γυναίκα σε γυναίκα που συχνά χρειάζεται η βοήθεια ενός ειδικού για να μπορέσει η μητέρα να εξερευνήσει τις δυσκολίες της και να ανακάμψει από αυτές, γεγονός που θα λειτουργήσει σαν θεραπευτικό ντόμινο στο νεογέννητο παιδί της και στην οικογένειά της. Οι γυναικολόγοι-μαιευτήρες, οι μαίες, αλλά και όσοι περιβάλλουν τις έγκυες και λεχώνες οφείλουν να είναι αρκετά ενημερωμένοι ώστε να μπορούν να διακρίνουν τα πρώτα σημάδια μιας επιλόχειας κατάθλιψης όπως επίσης να είναι και ευαισθητοποιημένοι σε αυτά τα ζητήματα για να μπορούν να παραπέμψουν κατάλληλα τη μητέρα σε κάποιον ειδικό όταν υπάρχει υπόνοια της ψυχικής αυτής νόσου.
Δεν εκδηλώνουν όλες οι γυναίκες τα ίδια συναισθήματα και συμπτώματα αλλά και ούτε όλες οι εγκυμοσύνες της ίδιας γυναίκας διέπονται από τους ίδιους κανόνες και τις ίδιες συνθήκες και μερικές φορές η επιλόχεια κατάθλιψη είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Η χρονική στιγμή ή το έναυσμα που κάνει πρόσφορο το έδαφος για την ανάπτυξη μιας τέτοιας παθολογίας μπορεί να μην είναι προφανή στοιχεία ή άμεσα κατανοητά. Ενώ, για παράδειγμα μια πρώτη εγκυμοσύνη μπορεί να έχει κυλήσει σχετικά ομαλά, μια δεύτερη μπορεί να επιφυλάσσει τον κίνδυνο της επιλόχειας κατάθλιψης. Όπως για όλα τα ζητήματα υγείας, και εδώ η πρόληψη είναι προτιμότερη της θεραπείας και η ενημέρωση αναπόσπαστο μέρος αυτής. Αν παρόλα αυτά οι καταστάσεις οδηγήσουν στην αναγκαιότητα μιας ψυχοθεραπείας, ψυχιατρικής υποστήριξης ή φαρμακευτικής αγωγής τότε αυτό θα πρέπει να γίνεται με την κατάλληλη φροντίδα και συνεννόηση των σχετικών φορέων που έχουν να κάνουν με την προστασία της οικογένειας (γυναικολόγος, παθολόγος, ψυχοθεραπευτής, ψυχίατρος, νεογνολόγος, και φυσικά εκπαιδευτικοί και παιδίατρος – αν υπάρχει άλλο παιδί στην οικογένεια που επηρεάζεται), έχοντας πάντα υπ’όψιν ότι η παρέμβαση αυτή θα βοηθήσει όλο το σύστημα της οικογένειας που υποφέρει κάτω από την κατοχή μιας τέτοιας ψυχικής διαταραχής.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...